- Μητρόπουλος, Δημήτρης
- (Αθήνα 1896 – Μιλάνο 1960). Αρχιμουσικός, συνθέτης και πιανίστας. Σπούδασε πιάνο και σύνθεση στο Ωδείο Αθηνών, και τελειοποίησε τις σπουδές του στις Βρυξέλλες (1920) και στο Βερολίνο, όπου, μεταξύ 1921 και 1924, μαθήτευσε κοντά στον Φερούτσιο Μπουζόνι, ο οποίος και τον παρότρυνε ν’ αφοσιωθεί στη διεύθυνση ορχήστρας. Ωστόσο ο Μ., φύση δημιουργική και ανήσυχη, αν και λαμπρός πιανίστας, έχοντας επιπλέον επιδείξει αξιόλογα προσόντα αρχιμουσικού (το 1921 διετέλεσε βοηθός αρχιμουσικού στην Κρατική Όπερα του Βερολίνου), ασχολήθηκε με τη σύνθεση από το 1912 έως το 1937. Από την περίοδο αυτή προέρχονται συνολικά 31 πρωτότυπα έργα (εκτός από 6 διασκευές και 2 υποκρούσεις σε αρχαία δράματα) τα οποία, για την εποχή τους, αποτελούν σε διεθνές επίπεδο υποδείγματα πρωτοποριακού μουσικού ύφους και συντέλεσαν, πριν ακόμα και από το έργο του Νίκου Σκαλκώτα, στην προετοιμασία του εδάφους για τη δημιουργία της νεότερης ελληνικής Σχολής Σύγχρονης Μουσικής.
Μεταξύ των έργων του –σε μερικά από τα οποία ίσως διαφαίνεται η επίδραση του Μπουζόνι, αν κρίνει κανείς από την προτίμηση του Μ. στις νεοκλασικές μορφές, σε συνδυασμό μάλιστα με μια πλούσια αρμονική επένδυση και, ιδιαίτερα στις διασκευές του, με μια φανταχτερή ενορχήστρωση– αναφέρονται η όπερά του Αδελφή Βεατρίκη (1918) σε κείμενο του Μέτερλινκ, έργα για πιάνο, μουσικής δωματίου, για ορχήστρα, καθώς και αρκετά τραγούδια. Το 1924 διορίστηκε μόνιμος αρχιμουσικός της Συμφωνικής Ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών (η οποία το 1943 κρατικοποιήθηκε και μετονομάστηκε Κρατική Ορχήστρα Αθηνών), με την οποία παρουσίασε, εκτός από έργα κλασικού ρεπερτορίου, και πολλές πρώτες εκτελέσεις πρωτοποριακών έργων της εποχής του, διοργανώνοντας παράλληλα και τις πρώτες υπαίθριες συμφωνικές συναυλίες σε αρχαία θέατρα, όπως του Ηρώδου Αττικού, της Επιδαύρου, των Δελφών κ.ά. Σε αρκετές από τις συναυλίες που έγιναν σε κλειστό χώρο εμφανίστηκε και ως σολίστ, παίζοντας πιάνο και διευθύνοντας ταυτόχρονα την ορχήστρα. Ως πιανίστας εμφανίστηκε επίσης (εκτός από ένα ατομικό ρεσιτάλ) είτε ως μέλος του Τρίο Αθηνών που ίδρυσε με τους Φρειδερίκο Βολονίνη, βιολί, και Αχιλλέα Παπαδημητρίου, βιολοντσέλο, είτε συνοδεύοντας διάσημους σολίστ. Παράλληλα πραγματοποίησε περιοδείες στο εξωτερικό, διευθύνοντας, με όλο και μεγαλύτερη επιτυχία, συμφωνικές συναυλίες στη Γερμανία, στην Ιταλία, στη Γαλλία, στο Μονακό, στην Πολωνία, στη Ρωσία και στις ΗΠΑ.
Το 1938 εγκαταστάθηκε οριστικά στις ΗΠΑ, όπου διορίστηκε αρχικά μόνιμος αρχιμουσικός της Συμφωνικής Ορχήστρας Μινεάπολης (1938-49), και τέλος καλλιτεχνικός διευθυντής και αρχιμουσικός της περίφημης Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης (1949-58), με την οποία έδωσε πολυάριθμες συναυλίες και πραγματοποίησε περιοδείες στη Βόρεια και στη Νότια Αμερική και στην Ευρώπη, με θριαμβευτική πάντα επιτυχία. Η φήμη του, που από καιρό ήταν διεθνής, την περίοδο αυτή έφτασε στο αποκορύφωμα. Συχνά κλήθηκε να διευθύνει μελοδραματικές παραστάσεις στη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης, στη Σκάλα του Μιλάνου ή στην Κρατική Όπερα της Βιέννης, καθώς και συμφωνικές συναυλίες με μεγάλες βορειοαμερικανικές ή ευρωπαϊκές ορχήστρες και διάσημους σολίστ. Συχνά επίσης έγραψε δίσκους.
Το 1959, μετά την παραίτησή του από τη θέση του στη Νέα Υόρκη και παρά τις συστάσεις των γιατρών του να σταματήσει να εργάζεται, ύστερα από δύο σοβαρότατες καρδιακές προσβολές, ο Μ., με απόλυτη συναίσθηση των συνεπειών, εξακολούθησε να διευθύνει με την ίδια πάντα ένταση. Στις 2 Νοεμβρίου 1960, ύστερα από μια τρίτη, κεραυνοβόλα προσβολή, την ώρα ακριβώς που διηύθυνε μια δοκιμή με την Ορχήστρα της Σκάλας του Μιλάνου, έπεσε νεκρός, σφίγγοντας ακόμα την μπαγκέτα του αρχιμουσικού στο χέρι. Η τέφρα του, σύμφωνα με γραπτή επιθυμία του ίδιου, μεταφέρθηκε στην Αθήνα και τάφηκε με δημόσια δαπάνη.
Ό,τι χαρακτήριζε τον Μ. ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο ήταν ένα πάθος τελειοποίησης της τέχνης του, σχεδόν αυτοκαταστροφικό, απέναντι στο οποίο υποχωρούσε απόλυτα κάθε άλλη φιλοδοξία, ακόμα και η πιο ανθρώπινη. Μουσικός με καθόλου κοινές δημιουργικές ικανότητες, με αξιόλογα προσόντα αυτοσυγκέντρωσης, απόλυτης ακοής, καταπληκτικής μουσικής μνήμης, αυθόρμητης επιβολής πάνω στους μουσικούς της ορχήστρας του, αλάθητου ένστικτου και καλλιεργημένου γούστου, ο Μ. έδωσε ερμηνείες που άφησαν εποχή για τη ζωντάνια, την ακρίβεια και τη θαυμαστή συνέπεια, με τις οποίες αποδίδεται το βαθύτερο πνεύμα του συνθέτη και του έργου του.
Ο αρχιμουσικός, συνθέτης και πιανίστας Δημήτρης Μητρόπουλος.
Dictionary of Greek. 2013.